Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

δόλιος
δολίχαυλος
δολιχεγχής
δολιχήρετμος
δολιχός
δολιχόσκιος
δολόεις
δολομήτης
δολόμητις
δόλος
δολοφρονέω
δολοφροσύνη
δόμεν
δόμεν
δόμονδε
δόμος
δονακεύς
δόναξ
δονέω
δόντες
δόξα
View word page
δολοφρονέω

[δόλος + φρονέω.]

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δολοφρονέω
Headword (normalized):
δολοφρονέω
Headword (normalized/stripped):
δολοφρονεω
IDX:
2366
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2367
Key:

Data

{'content': '<p>[δόλος + φρονέω.]</p>'}