Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

δοιοί
δοκεύω
δοκέω
δοκός
δόλιος
δολίχαυλος
δολιχεγχής
δολιχήρετμος
δολιχός
δολιχόσκιος
δολόεις
δολομήτης
δολόμητις
δόλος
δολοφρονέω
δολοφροσύνη
δόμεν
δόμεν
δόμονδε
δόμος
δονακεύς
View word page
δολόεις

-εσσα

[δόλος.]

ShortDef

subtle, wily

Debugging

Headword:
δολόεις
Headword (normalized):
δολόεις
Headword (normalized/stripped):
δολοεις
IDX:
2362
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2363
Key:

Data

{'content': '<p>-εσσα</p> <p>[δόλος.]</p>'}