Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
δίσκος
δίσκουρα
διφάω
δίφρος
δίχα
διχθά
διχθάδιος
δίψα
διψάω
διωθέω
διώκω
δίωμαι
διῶσε
δμηθήτω
δμῆσις
δμήτειρα
δμωή
δμώς
δνοπαλίζω
δνοφερός
δοάσσατο
View word page
διώκω
[cf. δίεμαι.]
3 dual impf. διώκετον Il. 10.364.
ShortDef
to pursue
Debugging
Headword:
διώκω
Headword (normalized):
διώκω
Headword (normalized/stripped):
διωκω
IDX:
2338
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2339
Key:
Data
{'content': '<p>[cf. δίεμαι.]</p> <p>3 dual impf. διώκετον Il. 10.364.</p>'}