Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
αἰδέομαι
ἀΐδηλος
ἀϊδήλως
αἰδοῖος
αἰδοίως
αἰδόμενος
Ἄιδόσδε
ἀϊδρείη
ἄϊδρις
αἰδώς
ἀεί
αἰειγενέτης
αἰετός
αἰζήϊος
ἀΐζηλος
αἰζηός
αἴητος
αἰθαλόεις
αἴθε
αἰθήρ
αἴθουσα
View word page
ἀεί
[cf. ἀεί, αἰέν.]
ShortDef
always, for ever
Debugging
Headword:
ἀεί
Headword (normalized):
ἀεί
Headword (normalized/stripped):
αει
IDX:
232
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.233
Key:
Data
{'content': '<p>[cf. ἀεί, αἰέν.]</p>'}