Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

δινωτός
διογενής
διόθεν
διοϊστεύω
δίοιτο
διόλλυμι
δίον
δίον
διοπτεύω
διοπτήρ
δῖος
Διοτρεφής
δίπλαξ
διπλόος
δίπτυχος
δίς
δισθανής
δισκέω
δίσκος
δίσκουρα
διφάω
View word page
δῖος

δῖα, δῖον

[δι- of oblique cases of Zeus.]

ShortDef

god-like, divine; (trag.) Δῖος ""of Zeus""
of Zeus
Macedonian month

Debugging

Headword:
δῖος
Headword (normalized):
δῖος
Headword (normalized/stripped):
διος
IDX:
2320
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2321
Key:

Data

{'content': '<p>δῖα, δῖον</p> <p>[δι- of oblique cases of Zeus.]</p>'}