Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

δικάζω
δίκαιος
δικαίως
δικασπόλος
δίκη
δικλίς
δίκτυον
δινεύω
δινέω
δίνη
δινήεις
δινωτός
διογενής
διόθεν
διοϊστεύω
δίοιτο
διόλλυμι
δίον
δίον
διοπτεύω
διοπτήρ
View word page
δινήεις

-εντος

[δίνη.]

ShortDef

whirling, eddying

Debugging

Headword:
δινήεις
Headword (normalized):
δινήεις
Headword (normalized/stripped):
δινηεις
IDX:
2309
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2310
Key:

Data

{'content': '<p>-εντος</p> <p>[δίνη.]</p>'}