Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

διέτρεσαν
διέφθορας
διἐχευαν
διέχω
δίζημαι
δίζυξ
δίζω
διήγαγον
διηκόσιοι
διήλασε
διῆλθε
διηνεκέως
διηνεκής
διήνυσε
διήρεσ̔σ̓α
δίηται
διήφυσε
διικνέομαι
διιπετής
διίστημι
διίφιλος
View word page
διῆλθε

3 sing. aor. διέρχομαι.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
διῆλθε
Headword (normalized):
διῆλθε
Headword (normalized/stripped):
διηλθε
IDX:
2288
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2289
Key:

Data

{'content': '<p>3 sing. aor. διέρχομαι.</p>'}