Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

διερός
διέρχομαι
διεσκέδασε
διέσσυτο
διέσταμεν
διέστησαν
διέσχε
διέσχισε
διέτμαγον
διέτρεσαν
διέφθορας
διἐχευαν
διέχω
δίζημαι
δίζυξ
δίζω
διήγαγον
διηκόσιοι
διήλασε
διῆλθε
διηνεκέως
View word page
διέφθορας

2 sing. pf. διαφθείρω.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
διέφθορας
Headword (normalized):
διέφθορας
Headword (normalized/stripped):
διεφθορας
IDX:
2279
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2280
Key:

Data

{'content': '<p>2 sing. pf. διαφθείρω.</p>'}