Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

διαπέτομαι
διαπλήσσω
διαπορθέω
διαπραθέειν
διαπράσσω
διαπρό
διαπρύσιον
διαπτοιέω
διαρπάζω
διαρραίω
διαρρίπτω
διασεύω
διασκεδάννυμι
διασκίδνημι
διασκοπιάομαι
διαστήτην
διασχίζω
διατμήγω
διατρέχω
διατρέω
διατρίβω
View word page
διαρρίπτω

[δια- 1.]

3 sing. pa. iterative διαρρίπτασκε.

ShortDef

to cast

Debugging

Headword:
διαρρίπτω
Headword (normalized):
διαρρίπτω
Headword (normalized/stripped):
διαρριπτω
IDX:
2225
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2226
Key:

Data

{'content': '<p>[δια- 1.]</p> <p>3 sing. pa. iterative διαρρίπτασκε.</p>'}