Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
διαμοιράομαι
διαμπερές
διάνδιχα
διανύω
διαπέρθω
διαπέτομαι
διαπλήσσω
διαπορθέω
διαπραθέειν
διαπράσσω
διαπρό
διαπρύσιον
διαπτοιέω
διαρπάζω
διαρραίω
διαρρίπτω
διασεύω
διασκεδάννυμι
διασκίδνημι
διασκοπιάομαι
διαστήτην
View word page
διαπρό
[διά strengthened by πρό.]
ShortDef
right through
Debugging
Headword:
διαπρό
Headword (normalized):
διαπρό
Headword (normalized/stripped):
διαπρο
IDX:
2220
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2221
Key:
Data
{'content': '<p>[διά strengthened by πρό.]</p>'}