Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

δῆλος
δημιοεργός
δήμιος
δημοβόρος
δημογέρων
δημόθεν
δημός
δῆμος
δήν
δηναιός
δήνεα
δῄουν
δηριάομαι
δηρίομαι
δῆρις
δηρός
δησάσκετο
δῆσε
δῆσε
δῃωθείς
δῃῶν
View word page
δήνεα

τά

[app. fr. δάω.]

ShortDef

counsels, plans, arts

Debugging

Headword:
δήνεα
Headword (normalized):
δήνεα
Headword (normalized/stripped):
δηνεα
IDX:
2173
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2174
Key:

Data

{'content': '<p>τά</p> <p>[app. fr. δάω.]</p>'}