Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
δηθύνω
δήϊος
δήϊος
δηϊοτής
δηϊόω
δηλέομαι
δήλημα
δηλήμων
δῆλος
δημιοεργός
δήμιος
δημοβόρος
δημογέρων
δημόθεν
δημός
δῆμος
δήν
δηναιός
δήνεα
δῄουν
δηριάομαι
View word page
δήμιος
-ον
[δῆμος.]
ShortDef
belonging to the people, public
Debugging
Headword:
δήμιος
Headword (normalized):
δήμιος
Headword (normalized/stripped):
δημιος
IDX:
2165
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2166
Key:
Data
{'content': '<p>-ον</p> <p>[δῆμος.]</p>'}