Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
δέπας
δέρκομαι
δέρμα
δερμάτινος
δέρτρον
δέρω
δεσμός
δέσποινα
δετή
δευήσεαι
δεῦρο
δεύτατος
δεῦτε
δεύτερος
δεύω1
δεύω2
δέχομαι
δέψω
δέω
δή
δήεις
View word page
δεῦρο
In form δεύρω Il. 3.240 (u.l. δεῦρο). Hither.
ShortDef
hither
Debugging
Headword:
δεῦρο
Headword (normalized):
δεῦρο
Headword (normalized/stripped):
δευρο
IDX:
2143
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2144
Key:
Data
{'content': '<p>In form δεύρω Il. 3.240 (u.l. δεῦρο). Hither.</p>'}