Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

δείραντας
δειρή
δειροτομέω
δεῖσε
δείσεται
δέκα
δεκάκις
δεκάς
δέκατος
δεκάχιλοι
δέκτης
δέκτο
δελφίς
δέμας
δέμνιον
δέμω
δενδίλλω
δένδρεον
δενδρήεις
δέξατο
δεξιός
View word page
δέκτης

[δεκ-, δέχομαι.]

ShortDef

a receiver: a beggar

Debugging

Headword:
δέκτης
Headword (normalized):
δέκτης
Headword (normalized/stripped):
δεκτης
IDX:
2118
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2119
Key:

Data

{'content': '<p>ὁ</p> <p>[δεκ-, δέχομαι.]</p>'}