Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
δέδοται
δεδουπότος
δεδραγμένος
δέδυκε
δέελος
δεῖ
δείδεκτο
δειδέχαται
δειδήμων
δείδια
δείδιε
δείδιε
δείδιθι
δείδιμεν
δειδίμεν
δειδίξεσθαι
δείδισαν
δειδίσκομαι
δειδίσσομαι
δείδω
δείδω
View word page
δείδιε
3 sing. pf. See δείδοικα.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
δείδιε
Headword (normalized):
δείδιε
Headword (normalized/stripped):
δειδιε
IDX:
2080
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2081
Key:
Data
{'content': '<p>3 sing. pf. See δείδοικα.</p>'}