Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

δεδαϊγμένος
δεδάκρυνται
δέδασται
δεδαώς
δεδεγμένος
δεδειπνήκει
δέδεξο
δεδέξομαι
δέδετο
δέδηε
δεδίασι
δεδιδάχθαι
δεδίσκομαι
crossref
δεδμημένος
δεδμήμεσθα
δεδμήμην
δέδμητο
δεδοκημένος
δέδορκε
δέδοται
View word page
δεδίασι

3 pl. pf. See δείδοικα.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δεδίασι
Headword (normalized):
δεδίασι
Headword (normalized/stripped):
δεδιασι
IDX:
2060
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2061
Key:

Data

{'content': '<p>3 pl. pf. See δείδοικα.</p>'}