Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
δέ
δέατο
δέγμενος
δεδάασθαι
δέδαε
δεδάηκε
δεδαίαται
δεδαϊγμένος
δεδάκρυνται
δέδασται
δεδαώς
δεδεγμένος
δεδειπνήκει
δέδεξο
δεδέξομαι
δέδετο
δέδηε
δεδίασι
δεδιδάχθαι
δεδίσκομαι
crossref
View word page
δεδαώς
pf. pple. δάω.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
δεδαώς
Headword (normalized):
δεδαώς
Headword (normalized/stripped):
δεδαως
IDX:
2053
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2054
Key:
Data
{'content': '<p>pf. pple. δάω.</p>'}