Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

δασπλῆτις
δάσσαντο
δασύμαλλος
δασύς
δατέομαι
δάφνη
δαφοινεός
δαφοινός
δάψει
*†δάω
δέ
δέατο
δέγμενος
δεδάασθαι
δέδαε
δεδάηκε
δεδαίαται
δεδαϊγμένος
δεδάκρυνται
δέδασται
δεδαώς
View word page
δέ

ShortDef

but

Debugging

Headword:
δέ
Headword (normalized):
δέ
Headword (normalized/stripped):
δε
IDX:
2043
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2044
Key:

Data

{'content': ''}