Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
δάσκιος
δασμός
δάσονται
δασπλῆτις
δάσσαντο
δασύμαλλος
δασύς
δατέομαι
δάφνη
δαφοινεός
δαφοινός
δάψει
*†δάω
δέ
δέατο
δέγμενος
δεδάασθαι
δέδαε
δεδάηκε
δεδαίαται
δεδαϊγμένος
View word page
δαφοινός
[δα- + φοινός.]
ShortDef
blood-red, tawny
Debugging
Headword:
δαφοινός
Headword (normalized):
δαφοινός
Headword (normalized/stripped):
δαφοινος
IDX:
2040
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2041
Key:
Data
{'content': '<p>[δα- + φοινός.]</p>'}