Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
δάμη
δάμνημι
δαμόωσι
δανός
δάος
δάπεδον
δάπτω
δαρδάπτω
δαρθάνω
δάσασθαι
δασάσκετο
δάσκιος
δασμός
δάσονται
δασπλῆτις
δάσσαντο
δασύμαλλος
δασύς
δατέομαι
δάφνη
δαφοινεός
View word page
δασάσκετο
3 sing. pa. iterative δατέομαι.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
δασάσκετο
Headword (normalized):
δασάσκετο
Headword (normalized/stripped):
δασασκετο
IDX:
2029
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2030
Key:
Data
{'content': '<p>3 sing. pa. iterative δατέομαι.</p>'}