Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
γῆρυς
γίγνομαι
γιγνώσκω
γλάγος
γλακτοφάγος
γλαυκιάω
γλαυκός
γλαυκῶπις
γλαφυρός
γλήνη
γλῆνος
γλουτός
γλυκερός
γλυκύθυμος
γλυκύς
γλυφίς
γλῶσσα
γλωχίς
γναθμός
γναμπτός
γνάμπτω
View word page
γλῆνος
τό
[cf. γλήνη.]
In pl. γλήνεα, trinketsIl. 24.192.
ShortDef
things to stare at, shows, wonders
Debugging
Headword:
γλῆνος
Headword (normalized):
γλῆνος
Headword (normalized/stripped):
γληνος
IDX:
1929
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1930
Key:
Data
{'content': '<p>τό</p> <p>[cf. γλήνη.]</p> <p>In pl. γλήνεα, trinketsIl. 24.192.</p>'}