Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

γηθόσυνος
γῆμε
γῆρας
γηράσκω
γῆρυς
γίγνομαι
γιγνώσκω
γλάγος
γλακτοφάγος
γλαυκιάω
γλαυκός
γλαυκῶπις
γλαφυρός
γλήνη
γλῆνος
γλουτός
γλυκερός
γλυκύθυμος
γλυκύς
γλυφίς
γλῶσσα
View word page
γλαυκός

-ή.

ShortDef

gleaming, silvery

Debugging

Headword:
γλαυκός
Headword (normalized):
γλαυκός
Headword (normalized/stripped):
γλαυκος
IDX:
1925
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1926
Key:

Data

{'content': '<p>-ή.</p>'}