Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

γεραρός
γέρας
γερούσιος
γέρων
γεύομαι
γέφυρα
γεφυρόω
γῆ
γηθέω
γηθοσύνη
γηθόσυνος
γῆμε
γῆρας
γηράσκω
γῆρυς
γίγνομαι
γιγνώσκω
γλάγος
γλακτοφάγος
γλαυκιάω
γλαυκός
View word page
γηθόσυνος

[as γηθοσύνη.]

Joyful, glad, rejoicing Il. 4.272 = 326, Il. 6.122, Il. 13.82, Il. 18.557: Od. 5.269, Od. 11.540.

ShortDef

joyful, glad at

Debugging

Headword:
γηθόσυνος
Headword (normalized):
γηθόσυνος
Headword (normalized/stripped):
γηθοσυνος
IDX:
1915
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1916
Key:

Data

{'content': '<p>-η</p> <p>[as γηθοσύνη.]</p> <p>Joyful, glad, rejoicing Il. 4.272 = 326, Il. 6.122, Il. 13.82, Il. 18.557: Od. 5.269, Od. 11.540.</p>'}