Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

γείνατο
γεινόμεθα
γείτων
γελαστός
γελάω
γελοίϊος
γελόω
γελωάω
γέλως
γελώων
γελώωντες
γενεά
γενέθλη
γενειάς
γενειάω
γένειον
γενέσθαι
γένεσις
γενέσκετο
γενετή
γενναῖος
View word page
γελώωντες

See γελάω.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
γελώωντες
Headword (normalized):
γελώωντες
Headword (normalized/stripped):
γελωωντες
IDX:
1887
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1888
Key:

Data

{'content': '<p>See γελάω.</p>'}