Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
γαλήνη
γάλοως
γαμβρός
γαμέω
γάμος
γαμφηλαί
γαμψῶνυξ
γανάω
γάνυμαι
γάρ
γαστήρ
γάστρη
γαυλός
γε
γεγάᾶσι
γέγηθε
γέγονε
γέγωνα
γείνατο
γεινόμεθα
γείτων
View word page
γαστήρ
-έρος, ἠ.
Genit. γαστρός Od. 15.344.
Dat. γαστρί Il. 5.539, 616, Il. 17.519.
ShortDef
the paunch, belly
Debugging
Headword:
γαστήρ
Headword (normalized):
γαστήρ
Headword (normalized/stripped):
γαστηρ
IDX:
1869
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1870
Key:
Data
{'content': '<p>-έρος, ἠ.</p> <p>Genit. γαστρός Od. 15.344.</p> <p>Dat. γαστρί Il. 5.539, 616, Il. 17.519.</p>'}