Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
βύβλινος
βυκτής
βυσσοδομεύω
βυσσός
βύω
βῶλος
βωμός
βῶν
βώσαντι
βῶσι
βωστρέω
βωτιάνειρα
βώτωρ
γαῖα
γαιήϊος
γαιήοχος
γαίω
γάλα
γαλαθηνός
γαλήνη
γάλοως
View word page
βωστρέω
[Βωστής = Βοηστής, agent-noun fr. βοάω.]
ShortDef
to call on
Debugging
Headword:
βωστρέω
Headword (normalized):
βωστρέω
Headword (normalized/stripped):
βωστρεω
IDX:
1850
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1851
Key:
Data
{'content': '<p>[Βωστής = Βοηστής, agent-noun fr. βοάω.]</p>'}