Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
βούλομαι
βουλῦτόνδε
βουπλήξ
βοῦς
βουφονέω
βοῶπις
Βοώτης
βραδύς
βραδυτής
βράσσων
βραχίων
βράχω
βρέμω
βρέφος
βρεχμός
βριαρός
βρίζω
βριήπυος
βρῖθοσύνη
βριθύς
βρί͂θω
View word page
βραχίων
-ονος, ὁ.
ShortDef
the arm
Debugging
Headword:
βραχίων
Headword (normalized):
βραχίων
Headword (normalized/stripped):
βραχιων
IDX:
1813
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1814
Key:
Data
{'content': '<p>-ονος, ὁ.</p>'}