Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
βοτρῦδόν
βότρυς
βούβοτος
βούβρωστις
βουβών
βουγάϊος
βουκολέω
βουκόλος
βουλευτής
βουλεύω
βουλή
βουληφόρος
βούλομαι
βουλῦτόνδε
βουπλήξ
βοῦς
βουφονέω
βοῶπις
Βοώτης
βραδύς
βραδυτής
View word page
βουλή
-ῆς, ἡ.
ShortDef
will, determination; council, senate
Debugging
Headword:
βουλή
Headword (normalized):
βουλή
Headword (normalized/stripped):
βουλη
IDX:
1801
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1802
Key:
Data
{'content': '<p>-ῆς, ἡ.</p>'}