Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
βοτάνη
βοτήρ
βοτρῦδόν
βότρυς
βούβοτος
βούβρωστις
βουβών
βουγάϊος
βουκολέω
βουκόλος
βουλευτής
βουλεύω
βουλή
βουληφόρος
βούλομαι
βουλῦτόνδε
βουπλήξ
βοῦς
βουφονέω
βοῶπις
Βοώτης
View word page
βουλευτής
ὁ
[βουλεύω.]
ShortDef
a councillor, senator
Debugging
Headword:
βουλευτής
Headword (normalized):
βουλευτής
Headword (normalized/stripped):
βουλευτης
IDX:
1799
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1800
Key:
Data
{'content': '<p>ὁ</p> <p>[βουλεύω.]</p>'}