Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

Βορέας
βόσις
βόσκω
βοτά
βοτάνη
βοτήρ
βοτρῦδόν
βότρυς
βούβοτος
βούβρωστις
βουβών
βουγάϊος
βουκολέω
βουκόλος
βουλευτής
βουλεύω
βουλή
βουληφόρος
βούλομαι
βουλῦτόνδε
βουπλήξ
View word page
βουβών

-ῶνος, ὁ.

ShortDef

the groin

Debugging

Headword:
βουβών
Headword (normalized):
βουβών
Headword (normalized/stripped):
βουβων
IDX:
1795
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1796
Key:

Data

{'content': '<p>-ῶνος, ὁ.</p>'}