Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

βομβέω
βοόων
βοόωσι
Βορέας
βόσις
βόσκω
βοτά
βοτάνη
βοτήρ
βοτρῦδόν
βότρυς
βούβοτος
βούβρωστις
βουβών
βουγάϊος
βουκολέω
βουκόλος
βουλευτής
βουλεύω
βουλή
βουληφόρος
View word page
βότρυς

-υος, ὁ.

ShortDef

a cluster or bunch of grapes
f. city in Phoenicia, now Batrun

Debugging

Headword:
βότρυς
Headword (normalized):
βότρυς
Headword (normalized/stripped):
βοτρυς
IDX:
1792
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1793
Key:

Data

{'content': '<p>-υος, ὁ.</p>'}