Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
βαθυδινήεις
βαθυδίνης
βαθύζωνος
βαθύκολπος
βαθύλειμος
βαθυλήϊος
βαθύνω
βαθυρρείτης
βαθύρροος
βαθύς
βαθύσχοινος
βαίνω
βάλανος
βάλλω
βαμβαίνω
βάν
βάπτω
βαρβαρόφωνος
βάρδιστος
βαρέω
βαρύθω
View word page
βαθύσχοινος
[βαθύς + σχοῖνος.]
ShortDef
deep-grown with rushes
Debugging
Headword:
βαθύσχοινος
Headword (normalized):
βαθύσχοινος
Headword (normalized/stripped):
βαθυσχοινος
IDX:
1669
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1670
Key:
Data
{'content': '<p>[βαθύς + σχοῖνος.]</p>'}