Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἀφικνέομαι
ἀφίστημι
ἄφλαστον
ἀφλοισμός
ἀφνειός
ἀφοπλίζομαι
ἀφορμάω
ἁφόωντα
ἀφραδέω
ἀφραδέως
ἀφραδής
ἀφραδίη
ἀφραίνω
ἀφρέω
ἀφρήτωρ
Ἀφροδίτη
ἀφρονέω
ἀφρός
ἀφροσύνη
ἄφρων
ἄφυλλος
View word page
ἀφραδής

[ἀ-1 + φραδ-, φράζω.]

ShortDef

insensate, reckless

Debugging

Headword:
ἀφραδής
Headword (normalized):
ἀφραδής
Headword (normalized/stripped):
αφραδης
IDX:
1613
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1614
Key:

Data

{'content': '<p>[ἀ-1 + φραδ-, φράζω.]</p>'}