Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἀφελών
ἄφενος
ἀφέξω
ἀφεσταίη
ἀφεσταότες
ἀφεστᾶσι
ἀφεστήκει
ἀφέτην
ἀφήῃ
ἀφῆκε
ἄφημαι
ἀφήσω
ἀφήτωρ
ἄφθιτος
ἀφίημι
ἀφικάνω
ἀφικνέομαι
ἀφίστημι
ἄφλαστον
ἀφλοισμός
ἀφνειός
View word page
ἄφημαι

[ἀφ-, ἀπο- 2.]

To sit apart Il. 15.106.

ShortDef

to sit apart

Debugging

Headword:
ἄφημαι
Headword (normalized):
ἄφημαι
Headword (normalized/stripped):
αφημαι
IDX:
1597
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1598
Key:

Data

{'content': '<p>[ἀφ-, ἀπο- 2.]</p> <p>To sit apart Il. 15.106.</p>'}