Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
αὐτοκασιγνήτη
αὐτοκασίγνητος
αὐτόματος
αὐτονυχί
αὐτός
αὐτοστάδιος
αὐτοσχεδά
αὐτοσχέδιος
αὐτοσχεδόν
αὐτοῦ
αὐτοχόωνος
αὔτως
αὐχένιος
αὐχήν
αὐχμέω
αὔω1
αὔω
ἀφαιρέω
ἄφαλος
ἀφαμαρτάνω
ἀφαμαρτοεπής
View word page
αὐτοχόωνος
[app. for αὐτόχωνος = αὐτοχόανος, fr. αὐτός + χόανος.]
ShortDef
rudely cast, massive
Debugging
Headword:
αὐτοχόωνος
Headword (normalized):
αὐτοχόωνος
Headword (normalized/stripped):
αυτοχοωνος
IDX:
1564
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1565
Key:
Data
{'content': '<p>[app. for αὐτόχωνος = αὐτοχόανος, fr. αὐτός + χόανος.]</p>'}