Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἀδμής
ἄδμητος
ἅδοι
ἅδος
ἄδυτον
ἀεθλεύω
ἀέθλιον
ἄεθλον
ἆθλος
ἀεθλοφόρος
ἀείδω
ἀεικείη
ἀεικέλιος
ἀεικελίως
ἀεικής
ἀεικίζω
αἴρω
ἀεκαζόμενος
ἀεκήλιος
ἀέκητι
ἀέκων
View word page
ἀείδω

Fut. pple. in mid. form ἀεισόμενος Od. 22.352.

3 sing. aor. ἄεισε Od. 21.411.

Imp. ἄεισον Od. 8.492.

Infin. ἀεῖσαι Od. 14.464.

(παρ-.)

ShortDef

to sing

Debugging

Headword:
ἀείδω
Headword (normalized):
ἀείδω
Headword (normalized/stripped):
αειδω
IDX:
155
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.156
Key:

Data

{'content': '<p>Fut. pple. in mid. form ἀεισόμενος Od. 22.352.</p> <p>3 sing. aor. ἄεισε Od. 21.411.</p> <p>Imp. ἄεισον Od. 8.492.</p> <p>Infin. ἀεῖσαι Od. 14.464.</p> <p>(παρ-.)</p>'}