Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

αὖθις
ἀϋτμή
ἀϋτμήν
αὐτοδίδακτος
αὐτόδιος
αὐτοέτης
αὐτόθεν
αὐτόθι
αὐτοκασιγνήτη
αὐτοκασίγνητος
αὐτόματος
αὐτονυχί
αὐτός
αὐτοστάδιος
αὐτοσχεδά
αὐτοσχέδιος
αὐτοσχεδόν
αὐτοῦ
αὐτοχόωνος
αὔτως
αὐχένιος
View word page
αὐτόματος

-η, -ον

[αὐτός. Second element obscure.]

ShortDef

acting of one's own will, of oneself

Debugging

Headword:
αὐτόματος
Headword (normalized):
αὐτόματος
Headword (normalized/stripped):
αυτοματος
IDX:
1556
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1557
Key:

Data

{'content': '<p>-η, -ον</p> <p>[αὐτός. Second element obscure.]</p>'}