Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἀτάρ
αὖτε
ἀϋτέω
ἀυτή
αὐτῆμαρ
αὐτίκα
αὖθις
ἀϋτμή
ἀϋτμήν
αὐτοδίδακτος
αὐτόδιος
αὐτοέτης
αὐτόθεν
αὐτόθι
αὐτοκασιγνήτη
αὐτοκασίγνητος
αὐτόματος
αὐτονυχί
αὐτός
αὐτοστάδιος
αὐτοσχεδά
View word page
αὐτόδιος

[αὐτός + ὁδός (with Aeolic smooth breathing). On or by the same way.]

In neut. αὐτόδιον as adv., straightway: αὐ. μιν λούσασθαι ἀνώγει Od. 8.449.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
αὐτόδιος
Headword (normalized):
αὐτόδιος
Headword (normalized/stripped):
αυτοδιος
IDX:
1550
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1551
Key:

Data

{'content': '<p>[αὐτός + ὁδός (with Aeolic smooth breathing). On or by the same way.]</p> <p>In neut. αὐτόδιον as adv., straightway: αὐ. μιν λούσασθαι ἀνώγει Od. 8.449.</p>'}