Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
αὐλίξομαι
αὖλις
αὐλός
αὐλῶπις
αὖος
ἄϋπνος
αὔρα
αὔριον
ἄϋσε
ἀϋσταλέος
αὐτάγρετος
ἀτάρ
αὖτε
ἀϋτέω
ἀυτή
αὐτῆμαρ
αὐτίκα
αὖθις
ἀϋτμή
ἀϋτμήν
αὐτοδίδακτος
View word page
αὐτάγρετος
[αὐτός + ἀγρέω.]
ShortDef
self-chosen, left to one's choice
Debugging
Headword:
αὐτάγρετος
Headword (normalized):
αὐτάγρετος
Headword (normalized/stripped):
αυταγρετος
IDX:
1539
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1540
Key:
Data
{'content': '<p>[αὐτός + ἀγρέω.]</p>'}