Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

αὐερύω
αὖθι
αὐΐαχος
αὔλειος
αὐλή
αὐλίξομαι
αὖλις
αὐλός
αὐλῶπις
αὖος
ἄϋπνος
αὔρα
αὔριον
ἄϋσε
ἀϋσταλέος
αὐτάγρετος
ἀτάρ
αὖτε
ἀϋτέω
ἀυτή
αὐτῆμαρ
View word page
ἄϋπνος

-ον

[ἀ-1 + ὕπνος.]

ShortDef

sleepless, wakeful

Debugging

Headword:
ἄϋπνος
Headword (normalized):
ἄϋπνος
Headword (normalized/stripped):
αυπνος
IDX:
1534
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1535
Key:

Data

{'content': '<p>-ον</p> <p>[ἀ-1 + ὕπνος.]</p>'}