Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἅδην
ἀδήριτος
ἁδινός
ἁδινῶς
ἀδμής
ἄδμητος
ἅδοι
ἅδος
ἄδυτον
ἀεθλεύω
ἀέθλιον
ἄεθλον
ἆθλος
ἀεθλοφόρος
ἀείδω
ἀεικείη
ἀεικέλιος
ἀεικελίως
ἀεικής
ἀεικίζω
αἴρω
View word page
ἀέθλιον

-ου, τό

[ἄεθλον.]

ShortDef

prise

Debugging

Headword:
ἀέθλιον
Headword (normalized):
ἀέθλιον
Headword (normalized/stripped):
αεθλιον
IDX:
151
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.152
Key:

Data

{'content': '<p>-ου, τό</p> <p>[ἄεθλον.]</p>'}