Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἀτελής
ἀτέμβω
ἄτερ
ἀτέραμνος
ἀτερπής
ἄτερπος
ἀτέω
ἄτη
ἀτίζω
ἀτιμάζω
ἀτιμάω
ἀτίμητος
ἀτιμίη
ἄτιμος
ἀτιτάλλω
ἄτῖτος
ἄτλητος
ἆτος
ἀτραπιτός
ἀτρεκέως
ἀτρεκής
View word page
ἀτιμάω
[ἀ-1 + τιμή.]
(ἀπ-.)
ShortDef
to dishonour, treat lightly
Debugging
Headword:
ἀτιμάω
Headword (normalized):
ἀτιμάω
Headword (normalized/stripped):
ατιμαω
IDX:
1499
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1500
Key:
Data
{'content': '<p>[ἀ-1 + τιμή.]</p> <p>(ἀπ-.)</p>'}