Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἀτάρβητος
ἀταρπιτός
ἀταρπός
ἀταρτηρός
ἀτασθαλία
ἀτασθάλλω
ἀτάσθαλος
ἀτειρής
ἀτέλεστος
ἀτελεύτητος
ἀτελής
ἀτέμβω
ἄτερ
ἀτέραμνος
ἀτερπής
ἄτερπος
ἀτέω
ἄτη
ἀτίζω
ἀτιμάζω
ἀτιμάω
View word page
ἀτελής
[ἀ-1 + τέλος.]
= ἀτελεύτητος. Od. 17.546.
ShortDef
without end
Debugging
Headword:
ἀτελής
Headword (normalized):
ἀτελής
Headword (normalized/stripped):
ατελης
IDX:
1489
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1490
Key:
Data
{'content': '<p>[ἀ-1 + τέλος.]</p> <p>= ἀτελεύτητος. Od. 17.546.</p>'}