Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἅδε
ἀδεής
ἀδελφός
ἀδευκής
ἀδέψητος
ἀδέω
ἅδην
ἀδήριτος
ἁδινός
ἁδινῶς
ἀδμής
ἄδμητος
ἅδοι
ἅδος
ἄδυτον
ἀεθλεύω
ἀέθλιον
ἄεθλον
ἆθλος
ἀεθλοφόρος
ἀείδω
View word page
ἀδμής

-ῆτος [ἀ-1 + δμη-, δαμάζω.]

ShortDef

untamed

Debugging

Headword:
ἀδμής
Headword (normalized):
ἀδμής
Headword (normalized/stripped):
αδμης
IDX:
145
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.146
Key:

Data

{'content': '<p>-ῆτος \n[ἀ-1 + δμη-, δαμάζω.]</p>'}