Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἀρωγός
ἆσαι
ἄσαμεν
ἀσάμινθος
ἄσασθαι
ἄσατο
ἄσβεστος
ἆσε
ἄσειν
ἀσήμαντος
ἆσθμα
ἀσθμαίνω
ἀσινής
ἄσις
ἄσιτος
ἀσκελέως
ἀσκελής
ἀσκέω
ἀσκηθής
ἀσκητός
ἄσκοπος
View word page
ἆσθμα
-ατος, τό
[cf. ἄημι.]
ShortDef
short-drawn breath, panting
Debugging
Headword:
ἆσθμα
Headword (normalized):
ἆσθμα
Headword (normalized/stripped):
ασθμα
IDX:
1421
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1422
Key:
Data
{'content': '<p>-ατος, τό</p> <p>[cf. ἄημι.]</p>'}