Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἁρπάξων
ἁρπάσῃ
ἅρπη
Ἅρπυια
ἄρρηκτος
ἄρρητος
ἄρσε
ἄρσην
ἀρτεμής
ἀρτιεπής
ἄρτιος
ἀρτίπος
ἀρτίφρων
ἄρτος
ἀρτύνω
ἀρτύω
ἀρχέκακος
ἀρχεύω
ἀρχή
ἀρχός
ἄρχω
View word page
ἄρτιος
[ἀρ-, ἀραρίσκω.]
ShortDef
suitable, exactly fitted, even (number); ἀρτίως = ἄρτι, just now
Debugging
Headword:
ἄρτιος
Headword (normalized):
ἄρτιος
Headword (normalized/stripped):
αρτιος
IDX:
1399
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1400
Key:
Data
{'content': '<p>[ἀρ-, ἀραρίσκω.]</p>'}