Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἀρισφαλής
ἀριφραδής
ἀρκέω
ἄρκιος
ἄρκτος
ἅρμα
ἁρματοπηγός
ἁρματροχιή
ἄρμενος
ἁρμόζω
ἁρμονία
ἀρνός
ἀρνειός
ἀρνέομαι
ἀρνευτήρ
ἄρνυμαι
ἄρξει
ἀρόμην
ἄροσις
ἄροτήρ
ἄροτος
View word page
ἁρμονία

-ης, ἡ

[ἀρ-, ἀραρίσκω.]

ShortDef

(fastening) union, order, musical key, harmony

Debugging

Headword:
ἁρμονία
Headword (normalized):
ἁρμονία
Headword (normalized/stripped):
αρμονια
IDX:
1371
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1372
Key:

Data

{'content': '<p>-ης, ἡ</p> <p>[ἀρ-, ἀραρίσκω.]</p>'}