Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἀρηρώς
̓́αρης
ἄρηται
ἀρητήρ
ἀρητός
ἀρθείς
ἄρθεν
ἀρθμέω
ἄρθμιος
ἀρίγνωτος
ἀριδείκετος
ἀρίζηλος
ἀριζήλως
ἀριθμέω
ἀριθμός
ἀριπρεπής
ἀριστερός
ἀριστεύς
ἀριστεύω
ἄριστον
ἄριστος
View word page
ἀριδείκετος
[ἀρι- + δείκνυμι.]
ShortDef
much shewn
Debugging
Headword:
ἀριδείκετος
Headword (normalized):
ἀριδείκετος
Headword (normalized/stripped):
αριδεικετος
IDX:
1350
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1351
Key:
Data
{'content': '<p>[ἀρι- + δείκνυμι.]</p>'}