Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἀράχνιον
ἀργαλέος
Ἀργειφόντης
ἀργεννός
ἀργεστής
ἀργής
ἀργικέραυνος
ἀργινόεις
ἀργιόδους
ἀργίπους
ἄργμα
ἀργός
ἀργύρεος
ἀργυροδίνης
ἀργυρόηλος
ἀργυρόπεζος
ἄργυρος
ἀργυρότοξος
ἀργύφεος
ἄργυφος
ἀρδμός
View word page
ἄργμα

-ατος

[ἄρχω.]

ShortDef

the firstlings

Debugging

Headword:
ἄργμα
Headword (normalized):
ἄργμα
Headword (normalized/stripped):
αργμα
IDX:
1307
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.1308
Key:

Data

{'content': '<p>-ατος</p> <p>[ἄρχω.]</p>'}