Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἀγυρτάζω
ἀγχέμαχος
ἄγχι
ἀγχίαλος
ἀγχιβαθής
ἀγχίθεος
ἀγχιμαχητής
ἀγχίμολος
ἀγχίνοος
ἀγχιστῖνοι
ἄγχιστος
ἀγχόθι
ἀγχοῦ
ἄγχω
ἄγω
ἀγών
ἀδαημονία
ἀδαήμων
ἀδάκρυτος
ἀδάμαστος
ἅδε
View word page
ἄγχιστος
[superl. fr. ἄγχι.]
ShortDef
nearest
Debugging
Headword:
ἄγχιστος
Headword (normalized):
ἄγχιστος
Headword (normalized/stripped):
αγχιστος
IDX:
125
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.126
Key:
Data
{'content': '<p>[superl. fr. ἄγχι.]</p>'}